Η μόδα από μόνη της θα μπορούσε να διηγείται την σύγχρονη ιστορία καλύτερα από κάθε ιστορικό βιβλίο. Άλλωστε, ο τρόπος που ντύνονται οι άνθρωποι ανάλογα με τις συνθήκες της κάθε εποχής είναι μέρος της urban κουλτούρας που συναντά κανείς στην καθημερινή ζωή.

Πανδημία Πανούκλας – Ρωσική Γρίπη
Η τρίτη πανδημία πανούκλας (1850) και οι πόλεμοι που συντάρασσαν την ήπειρο της Ευρώπης την ίδια περίοδο (στην Κριμαία, Ιταλία, Αυστρία & Πρωσία, Αυστρία & Ιταλία) είχαν μεγάλο αντίκτυπο στην εξέλιξη του κοστουμιού εκείνη την εποχή. Σε συνδυασμό με την αρχή της βιομηχανικής επανάστασης, η τελειοποίηση των σημαντικότερων δικτύων επικοινωνίας και η πρόοδος στις μεταφορές (κατασκευή νέων δρόμων, καναλιών και κυρίως ανάπτυξη ατμόπλοιων και σιδηροδρόμων) επέτρεψαν στην Ευρώπη να φτάσει σε όλον τον κόσμο προκειμένου να αναζητήσει τα προϊόντα που χρειάζονταν.

Η Ευρώπη τότε εξήγαγε τελειοποιημένα προϊόντα καθώς οι μηχανές, που εξελίσσονταν ασταμάτητα, αύξησαν την παραγωγικότητα όλων των κλάδων της βιομηχανίας. Στην υποδηματοποιία, οι μηχανές πρόσθεταν το τακούνι, έραβαν το πάνω μέρος και το συνέδεαν με τη σόλα. Το 1851, ο Bali ξεκίνησε μαζική παραγωγή υποδημάτων στο Schoenenwerd.
Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, η παραγωγή ενδυμάτων παραμένει μία δραστηριότητα στο επίπεδο της χειροτεχνίας. Στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Worth, ο οποίος γεννήθηκε στην Αγγλία, δημιουργεί την Παρισινή υψηλή ραπτική, ανακατεύοντας και ταράζοντας έτσι τους κύκλους της Μόδας. Δεν ράβει πια ρούχα κατά παραγγελία και σύμφωνα με τις επιθυμίες των πελατών του, αλλά προετοιμάζει τις δικές του κολεξιόν, τις οποίες παρουσιάζει στις κυρίες της υψηλής κοινωνίας.
Ακόμα ένα σημαντικό γεγονός είναι η πρώτη πανδημία γρίπης, αυτή της Ρωσικής Γρίπης όπως ονομάστηκε, η οποία έλαβε και αυτή χώρα την ίδια περίοδο. Από τη Σιβηρία και το Καζακστάν ταξίδεψε στη Μόσχα, στη Φινλανδία και την Πολωνία, από όπου μεταφέρθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Μέχρι το επόμενο έτος, μέσω του Ατλαντικού Ωκεανού, έπληξε τη Βόρεια Αμερική και την Αφρική. Έως το τέλος του 1890, 360.000 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους και, όπως είναι λογικό, όλα αυτά ανέκοψαν την πορεία της μόδας και του ενδύματος σε αυτά τα χρόνια.
Το 1900 και κατόπιν όλων αυτών των δυσάρεστων γεγονότων που έχουν οδηγήσει στο θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων, η καλλιτεχνική και κοινωνική επανάσταση ήταν αναπόφευκτη. Οι άνθρωποι αναζητούσαν την ελευθερία σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς τους.

Φυσικά όλο αυτό δεν θα μπορούσε να μην έχει αντίκτυπο και στη μόδα. Τα ασφυκτικά στενά ρούχα που καλύπτουν και κρύβουν το σώμα δεν έχουν πια καμία θέση στη νέα πραγματικότητα. Έτσι λοιπόν, εκφράζεται πολύ αυστηρή κριτική για τον κορσέ: «Ο κορσές δημιουργήθηκε όχι για να υπογραμμίσει τη σιλουέτα της γυναίκας ή για να τη βοηθήσει να κινείται μέσα στα ρούχα της, αλλά μόνο και μόνο για να δώσει αξία στα ρούχα που οι σχεδιαστές δημιούργησαν», λέει ο Van de Velde, ο οποίος δεν θεωρεί ότι αναγκαστικά πρέπει να εγκαταλείψουμε τον κορσέ, αλλά ότι πρέπει να του δώσουμε μία καινούργια φόρμα, πιο συμμαζεμένη και ταιριαστή με τη γυναικεία σιλουέτα.
Οι ανανεωτές (γιατροί, παιδαγωγοί, καλλιτέχνες και κοινωνιολόγοι) όχι μόνο επικρίνουν τις επιπτώσεις στην υγεία της γυναίκας σαν αποτέλεσμα της στενής αυτής σιλουέτας, αλλά επιπλέον τη βρίσκουν επίπλαστη και ψεύτικη. Γι’ αυτούς, ο κορσές αιχμαλωτίζει το σώμα, εμποδίζει οποιαδήποτε φυσική κίνηση και στην πραγματικότητα, καταντάει τη γυναίκα δύσμορφη.
Παρακινούμενοι από τις αντιδράσεις και άλλοι όπως ο Paul Poiret, μόδιστρος της εποχής, επιμένει στην ανάδειξη της φυσικής ομορφιάς του σώματος. Έτσι, μόνο ένας στηθόδεσμος και μία ζώνη που συγκρατεί τη μέση δίνουν μία άλλη εικόνα στο φυσικό σώμα της γυναίκας. Αν και ακόμη και αυτά τα δύο φαίνονται στις μέρες μας ως πολύ περιοριστικά, θεωρούνται ως μία επαναστατική απελευθέρωση για το γυναικείο σώμα.
Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος – Ισπανική Γρίπη
Το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ο αφανισμός περίπου 50.000.000 ανθρώπων εξαιτίας της Ισπανικής Γρίπης, δίνει στη μόδα ακόμα να έναυσμα να βελτιωθεί και να συμβαδίσει με την εποχή και την κοινωνική κατάσταση που επικρατεί.
Μετά τον πόλεμο λοιπόν, οι δημιουργίες των σχεδιαστών μοιάζουν ξεπερασμένες και ο Poiret ως πρωτοπόρος λανσάρει τα φορέματα τουνίκ. Ο ίδιος θα εισάγει ακόμη τα «φουσκωτά» παντελόνια και τη γραμμή kimono σε manteau και σε σακάκια, με σαφείς επιρροές από την Ανατολή. Θα προτείνει τυρμπάν για το κεφάλι των γυναικών, που θεωρείται επίσης μία καινοτομία για την εποχή όπου κυριαρχούν τα πλατύγυρα ,και θα παραμείνουν μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι οι δημιουργίες του Poiret που για πρώτη φορά επιβάλλουν τα έντονα χρώματα στο γυναικείο ντύσιμο, ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή οι γυναίκες συνηθίζουν να ντύνονται σε τόνους ουδέτερους και καταθλιπτικούς, όπως είναι το μωβ, το γκρι και το μπλε.

Οι σιλουέτες του Poiret θα κυριαρχήσουν στην γκαρνταρόμπα των κομψών γυναικών και οι φούστες θα στενέψουν λίγο και θα κοντύνουν. Στο εξής, δεν καλύπτουν το πόδι μέχρι κάτω. Η γραμμή γενικά του ρούχου είναι πιο ίσια, πιο λειτουργική, αλλά και πιο αυστηρή. Τα φορέματα γενικά αποτελούνται από δύο κομμάτια και έχουν κουμπιά μέχρι επάνω. Τα βαθιά ντεκολτέ δεν επιτρέπονται παρά μόνο το βράδυ. Οι κουπ των σακακιών των γυναικών εμπνέεται από αυτά των ανδρών. Το κοστούμι ιππασίας, που έχει εμφανιστεί τον 19ο αιώνα είναι ο πρόδρομος του ταγιέρ, ραμμένο στα μέτρα του καθενός, το οποίο βέβαια θα παραμείνει αποκλειστικά ένα σπορ ένδυμα.

Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Η δεκαετία του 1940 υπήρξε καθοριστική για τα ρούχα των γυναικών αφού ο 2ος Παγκόσμιος πόλεμος έθεσε τους δικούς του κανόνες αλλά και τις δικές του ιδιαίτερες σχεδιαστικές γραμμές. Αν νομίζετε πως το militaire είναι σύγχρονο trend, ξανασκεφτείτε το. Επηρεασμένο έντονα από την πολεμική εποχή, το επάνω μέρος των ρούχων έγινε πιο «σκληρό» και «στρατιωτικό». Τα μαντώ και τα σακάκια δανείζονται στοιχεία από το στρατιωτικό ντύσιμο. Τα καπέλα μικραίνουν, γίνονται πιο σοβαρά και η κόμμωση πιο απλή. Αμέσως θα εμφανιστεί ένα ρούχο το οποίο θα ονομάσουμε το «κρινολίνο του πολέμου», μια φαρδιά φούστα, μέχρι τον αστράγαλο, με πολλά μεσοφόρια από μέσα που την κάνουν να φουσκώνει. Η φούστα αυτή είναι ο προάγγελος του new look της δεκαετίας του ’40. Οι βάτες, που έφταναν μέχρι λίγο πιο έξω από τους ώμους, τετραγώνισαν τις μπλούζες.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι Γερμανοί εξέταζαν σοβαρά τη μετακόμιση των γαλλικών οίκων στο Βερολίνο και την εκ νέου ίδρυση της έδρας της υψηλής ραπτικής. Το Παρίσι έχασε τον ηγετικό του ρόλο στον κόσμο της μόδας. Οίκοι μόδας που ήταν ακόμη ανοιχτοί υπέστησαν την αποδοκιμασία και αναγκάστηκαν να κλείσουν, αφού κατηγορήθηκαν για συνεργασία με τις δυνάμεις κατοχής.
Η Coco Chanel, η διάσημη σχεδιάστρια μόδας, έκλεισε το στούντιο μόδας της κατά τη διάρκεια του πολέμου, αφού επικρίθηκε έντονα για τη σχέση της με υψηλόβαθμους Ναζί.

Στην άλλη πλευρά, τη γερμανική εταιρεία Hugo Boss, από τη δεκαετία του 1930 έραβε τις στολές αστυνομικών και ταχυδρομικών και αργότερα του στρατού. Μπορούσε όμως να κάνει αλλιώς; «O πατέρας μου ήταν μέλος του ναζιστικού κόμματος», παραδέχτηκε σε αυστριακή εφημερίδα το 1997 ο 83χρονος τότε Ζίγκφριντ Μπος: «Ποιος δεν ήταν εκείνη την εποχή; Ολόκληρη η βιομηχανία δούλευε για τον ναζιστικό στρατό».
Στην Ισπανία του φρανκικού καθεστώτος, ο Βάσκος Κριστομπάλ Μπαλεσιάνγκα είχε περάσει στην αυλή των γυναικών των Γερμανών κατακτητών. Άλλωστε, έραβε για τη σύζυγο του στρατηγού Φράνκο και για εκείνη μάλιστα ήταν και το τελευταίο φόρεμα που σχεδίασε στην καριέρα του.

Επιπλέον, πολλές κυβερνήσεις επέβαλλαν περιορισμούς στη χρήση των υφασμάτων και άλλων υλικών που χρησιμοποιούνται για να δημιουργηθούν τα είδη ένδυσης που ήταν απαραίτητα για τον στρατό. Προκειμένου να υποστηρίξει την πολεμική προσπάθεια, το ύφασμα ήταν περιορισμένο. Νάιλον και μαλλί απαιτούνταν για τον στρατό και το Ιαπωνικό μετάξι απαγορεύτηκε στις ΗΠΑ μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ. Το rayon, το νέο συνθετικό ύφασμα που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1930 έγινε το υλικό που χρησιμοποιείται συχνά για τη δημιουργία ενδυμάτων κατά τη διάρκεια του πολέμου. Το δέρμα περιορίζεται στη στρατιωτική χρήση, έτσι ώστε οι σχεδιαστές υποδημάτων αναγκάστηκαν να είναι όλο και πιο έξυπνοι. Φελλός ή ξύλο και κάθε υλικό που μπορεί να φανταστεί κανείς ενσωματώθηκε στα παπούτσια. Περικόπτονται και οι διακοσμήσεις, εξ ανάγκης, ή περιορίζονται στο ελάχιστο. Οι γυναίκες χρησιμοποιούν είδη οικιακής χρήσης, συμπεριλαμβανομένων των σελοφάν και σωλήνων, στη δημιουργία διακοσμήσεων στα παπούτσια. Ο καταμερισμός των κανόνων περιορίζει το ύψος των τακουνιών των υποδημάτων σε μια ίντσα και επιτρέπει μόνο έξι επιλογές χρωμάτων.

Ενώ το Λονδίνο βομβαρδίστηκε, οι άνθρωποι φοβούνται επίσης μια επίθεση αερίου καθώς οι Γερμανοί είχαν χρησιμοποιήσει αέριο εναντίον των Συμμάχων στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το Harvey Nichols, προσφέρει φόρμες για την προστασία από το αέριο. Πολλές γυναίκες διαθέτουν φόρμες Utility που κάποιος θα μπορούσε να φορέσει γρήγορα, όταν οι σειρήνες ηχήσουν. Το jumpsuit, μια νέα καινοτομία, είναι ζεστό και άνετο και χαρακτηρίζεται από τσέπες για να αποθηκεύονται τα έγγραφα.

Οι γυναίκες κατά τη διάρκεια της λιτότητας, της Μεγάλης Ύφεσης έκαναν ανακύκλωση, ράβοντας παλτά και ζακέτες από παλιές κουβέρτες, χωρίς όμως να ξεχνούν το στυλ και την κομψότητά τους. Τα χειμωνιάτικα ρούχα δεν είναι από μαλλί και έχει ενσωματωθεί φέλπα και κοτλέ σε κοστούμια και φορέματα. Λιγότερο ύφασμα σήμαινε αδύνατη σιλουέτα με στενές γραμμές στη λεκάνη και με κοψίματα εμφανή. Αυτό ήταν το ύφος της μόδας από ανάγκη. Μικρότερες φούστες δίνουν έμφαση στα πόδια των γυναικών. Αναγκαστικό λοιπόν ανέβασμα του ποδόγυρου, χρόνια πριν τη μόδα του μίνι της δεκαετίας του ’60.
Είναι εντυπωσιακό το πως οι παραπάνω δεκαετίες μέσα στη δίνη του Πολέμου και των επιδημιών ανέδειξαν στοιχεία της μόδας που μέχρι σήμερα μπορούμε να αναγνωρίσουμε στην ντουλάπα μας. Κι αυτό είναι που κάνει τόσο ενδιαφέρον το ταξίδι πίσω σε εκείνη την εποχή, την τόσο δύσκολη και ταραγμένη που όμως έβαλε βάσεις σε καθημερινά στοιχεία του σύγχρονου πολιτισμού.
Τι μας διδάσκει λοιπόν η – πρόσφατη – ιστορία; Oτι η μόδα επιβιώνει ανεξάρτητα από, και προσαρμόζεται στο, στίγμα της εποχής. Το είχε δηλώσει άλλωστε και ο ίδιος ο Ντούτσε το 1930: «Καμία δύναμη δεν μπορεί να της αντισταθεί. Αν η μόδα πει “φούστες μακριές”, δεν θα μπορέσεις να τις κοντύνεις ούτε καν με την γκιλοτίνα»…
Επιμέλεια: Γκανιάτσα Δέσποινα