
Το όνομά του έχτισε μια αυτοκρατορία. Το στιλ του καθόρισε μια εποχή. Ο Αμερικανός σχεδιαστής μόδας Χάλστον εκτοξεύεται στη δόξα προτού εκτροχιαστεί η ζωή του. Αυτή είναι η περιγραφή
του Netflix για τον διάσημο σχεδιαστή. Ας δούμε λίγα λοιπόν πραγματάκια παραπάνω για τη ζωή και το έργο του.

Ο άνθρωπος που συστηνόταν απλώς ως Halston -χωρίς μικρό όνομα και χωρίς επίθετο- υπήρξε μια συναρπαστική και κάπως μυστηριώδης φιγούρα που σημάδεψε τον κόσμο της μόδας, και όχι μόνο.
Ντυμένος πάντα στα μαύρα και με γυαλιά ηλίου να καλύπτουν τα πράσινα μάτια του, εκτός από ταλαντούχος ντιζάινερ, ήταν και μια από τις πιο δημοφιλείς μορφές στη νυχτερινή ζωή της Νέας
Υόρκης. Ο Roy Halston Frowick γεννήθηκε στις 23 Απριλίου 1932 στην Αϊόβα και έφτασε στη Νέα Υόρκη το 1958. Ποιος θα περίμενε πως εκείνο το αγροτόπαιδο από την Αϊόβα, που διόρθωνε τα
ρούχα της μητέρας του και της αδερφής του, θα έφτανε τόσο ψηλά.
Όλα ξεκίνησαν την περίοδο που σπούδαζε στο Chicago Institute of Art και ενώ εργαζόταν ως διακοσμητής μπουφέ, γνώρισε τον Andre Basil ο οποίος τού έδωσε έναν χώρο για να εκθέτει τα καπέλα
που έφτιαχνε, ενώ παράλληλα μια εφημερίδα έκανε ένα αφιέρωμα στις δημιουργίες του. Όμως εκείνος, αμέσως μόλις πάτησε το πόδι του στο Μανχάταν έψαξε να βρει τον σχεδιαστή Charles James,
τον οποίο ο ίδιος αποκαλούσε “Λεονάρντο ντα Βίντσι της μόδας”. Ο 50χρονος, τότε, James έγινε ο μέντοράς του, επηρεάζοντάς τον βαθιά σε ό,τι αφορούσε το δημιουργικό πνεύμα του και
παρουσιάζοντάς τον σε έναν μεγάλο κύκλο με σημαντικές κοινωνικές και επιχειρηματικές επαφές.

Πολύ γρήγορα έγινε γνωστός για τα καπέλα που σχεδίαζε και το 1957 άνοιξε το πρώτο του κατάστημα. Ένα χρόνο αργότερα, αναζήτησε την τύχη του στη Νέα Υόρκη, δουλεύοντας αρχικά στο πλευρό
της γνωστή πιλοποιού της εποχής Lilly Daché και έπειτα, στο πολυκατάστημα Bergdorf Goodman. Το 1957, ο Halston πλέον έχει το δικό του κατάστημα, μέχρι που το 1961 η τύχη τού χαμογελάει:
η Jacqueline Kennedy εμφανίζεται στην ορκωμοσία του John Kennedy φορώντας ένα δικό του pillbox καπέλο! Η ελίτ της πόλης τον αναγνωρίζει πια και όλοι θέλουν μια δημιουργία του
στην ντουλάπα τους.

Ο Halston αρχίζει να σχεδιάζει γυναικεία ρούχα το 1966. Το φθινόπωρο του 1972 εισαγάγει ένα απλό φόρεμα-πουκάμισο από «Ultra suede» ένα ύφασμα που πλένεται, είναι ανθεκτικό και όμορφο.
Σχεδιάζει γυαλιά που φοριούνται τόσο τη μέρα όσο και τη νύχτα, λανσάρει τα άνετα παντελόνια και τα επίσημα καφτάνια από αέρινα υφάσματα, προτείνοντας ένα πιο casual chic στιλ, που
συμβαδίζει με την ιδέα της γυναικείας απελευθέρωσης. Κάνει έτσι τη δική του επανάσταση στην haute couture, δημιουργώντας ρούχα που χαρακτηρίζονται από την απλότητα και την κομψότητά τους.
«I have a theory – less becomes more», έλεγε και δεν δίστασε να ανατρέψει τους κανόνες, πηγαίνοντας κόντρα στις συντηρητικές φόρμες, που εγκλώβιζαν το γυναικείο σώμα.

Το στυλ του καθαρό, κομψό, απλό και ταυτόχρονα πολυτελές και πλούσιο. Όλες οι καλές πελάτισσες που είχε γνωρίσει δουλεύοντας στο Bergdorf Goodman άρχισαν να σχηματίζουν ουρές στο ατελιέ
του: Catherine Deneuve, Bianca Jagger, Ali MacGraw, Liza Minnelli, Raquel Welch, Jackie Onassis (πια), Gianni Agnelli, ακόμα και η νέα Πρώτη Κυρία, η σύζυγός Richard Nixon, Patricia.

Όμως κάποιες φορές στη ζωή δε μπορείς να τα έχεις όλα, κάτι που ίσχυε και στην περίπτωση του Halston. Κι αν η επαγγελματική του ζωή βρισκόταν στο ζενίθ, η προσωπική του ήταν στο
ναδίρ. Δεν έζησε ποτέ την αληθινή αγάπη και έβρισκε πάντα καταφύγιο σε εραστές της μίας βραδιάς μετά από ξέφρενα ντίσκο πάρτυ στο θρυλικό Studio 54.
Μέσα από μία τηλεφωνική υπηρεσία ενοικίασης συντρόφων, γνώρισε τον 24χρονο Victor Hugo με καταγωγή από την Βενεζουέλα. Τον ερωτεύτηκε σφόδρα και τον έβαλε μέσα στη ζωή του.
Ο Hugo μετακόμισε στο σπίτι του, είχε λόγο για ό,τι συνέβαινε στην εταιρεία του και τον οδήγησε σταδιακά στον κατήφορο. Η ζωή του Halston έγινε ξαφνικά ένα κοκτέιλ γεμάτο ουίσκι,
αγοραίο σεξ, ουσίες, ατελείωτα ξενύχτια. Ο ίδιος μεταμορφώθηκε σε ένα επιθετικό, οξύθυμο, κακότροπο πλάσμα. Η λάμψη του καταπράσινου βλέμματός του είχε χάθει, μαζί και η όρεξή του για
δημιουργία.

Το 1983, οι νέοι ιδιοκτήτες της εταιρείας του που είχε εξαγορασθεί χρόνια πριν, τον απομακρύνουν από τη θέση του προέδρου της εταιρείας και λίγα χρόνια αργότερα, στις 26 Μαρτίου του 1990
πέθανει από AIDS, έχοντας κοντά του τα μόνο αδέλφια του, που έμειναν μαζί του μέχρι το τέλος.
Επιμέλεια: Γκανιάτσα Δέσποινα